Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2014

Πνευματικὰ ἄνθη Μεγάλου Βασιλείου (10ον) κγ´. Πρωτοπρ. Διονυσίου Τάτση

Οἱ πολέμιοι τῆς Ἐκκλησίας Κάθε φορὰ ποὺ ἡ Ἐκκλησία διατυπώνει μὲ παρρησία τὴ διδασκαλία της καὶ ὑποδεικνύει στὸ λαὸ τὸ ὀρθόδοξο ἦθος, μιὰ μερίδα ἀνθρώπων, ποὺ ἔχουν κάποιο ἀξίωμα ἢ κατέχουν κάποια θέση, ἀντιδρᾶ. Δὲν θέλουν νὰ εἶναι παρούσα ἡ Ἐκκλησία στὴ ζωή τους.
Δὲν ἀνέχονται τὸν ἔλεγχό της καὶ δὲν τῆς ἀναγνωρίζουν τὸ δικαίωμα νὰ δρᾶ ἐλεύθερα καὶ νὰ ἐπηρεάζει τὸ λαό. Γι᾽ αὐτὸ καὶ συχνὰ ἐντείνουν τὴν πολεμική τους προκειμένου νὰ μειώσουν τὸ κῦρος της καὶ εἰδικότερα τὴν ἀξιοπιστία τοῦ λόγου της. Ἔτσι ἐνεργοῦν καὶ οἱ αἱρετικοὶ γιὰ νὰ γίνονται πειστικότεροι ἀπὸ τοὺς ἀνυποψίαστους καὶ χαλαροὺς περὶ τὴν πίστη συνανθρώπους τους. Αὐτὸ συνέβαινε πάντα.
Ἡ ἐμπειρία τοῦ παρελθόντος εἶναι χρήσιμη καὶ γιὰ τὸ παρόν. Ὁ Μ. Βασίλειος ἀπευθυνόμενος στοὺς ἐπισκόπους τῆς Δύσης προκειμένου νὰ βοηθήσουν τὶς Ἐπισκοπὲς τῆς Ἀνατολῆς, οἱ ὁποῖες ἀντιμετώπιζαν τὴ φοβερὴ μάστιγα τοῦ ἀρειανισμοῦ, σημειώνει:
«Ὅλα τὰ πράγματα ἐδῶ εἶναι ἄρρωστα καὶ ἡ Ἐκκλησία ἔχει χάσει τὴν ὑπομονή της μπροστὰ στὶς συνεχεῖς προσβολὲς τῶν ἀντιπάλων καὶ μοιάζει μὲ πλοῖο, ποὺ βασανίζεται στὴ μέση τοῦ πελάγους ἀπὸ τὰ ἀλλεπάλληλα χτυπήματα τῶν κυμάτων.
Ὁ κίνδυνος εἶναι μεγάλος, ἐκτὸς καὶ ἂν γρήγορα μᾶς ἐπισκεφτεῖ ἡ ἀγαθότητα τοῦ Κυρίου». κδ´. Ἀρνητικὴ εἰκόνα τῆς Ἐκκλησίας
Ὁ Μ. Βασίλειος, σὲ μία ἐπιστολή του πρὸς τοὺς ἐπισκόπους τῆς Δύσης, περιγράφει τὴν κατάσταση, ποὺ ἐπικρατοῦσε στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἀνατολῆς, ἡ ὁποία δυστυχῶς ἔχει πολλὲς ὁμοιότητες καὶ μὲ τὴ σημερινὴ κατάσταση τῆς Ἐκκλησίας μας. Γράφει ὁ Ἅγιος: «Τὰ δόγματα τῶν Πατέρων ἔχουν καταφρονηθεῖ, οἱ ἀποστολικὲς παραδόσεις ἔχουν ἐξουθενωθεῖ, στὶς Ἐκκλησίες ἰσχύουν ἐφευρήματα πολυμήχανων ἀνθρώπων. Οἱ ἄνθρωποι τώρα πλέον τεχνολογοῦν, δὲν θεολογοῦν. Ἡ σοφία τοῦ κόσμου, ἀφοῦ ἔχει ἀρνηθεῖ τὸ καύχημα τοῦ Σταυροῦ, κατέχει πλέον τὰ πρωτεῖα. Ποιμένες ἐξορίζονται καὶ στὴν θέση τους μπαίνουν λύκοι βαρεῖς, ποὺ κομματιάζουν τὸ ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ. Εὐκτήριοι οἶκοι εἶναι ἐρημωμένοι ἀπὸ ἐκκλησιαζόμενους καὶ οἱ ἐρημίες εἶναι γεμάτες ἀπὸ ἀν θρώπους, ποὺ πονοῦν καὶ κλαῖνε. Οἱ πρεσβύτεροι ὀδύρονται καθὼς συγκρίνουν τὰ παλαιὰ μὲ τὰ παρόντα καὶ οἱ νέοι εἶναι ἐλεεινότεροι, γιατὶ δὲν γνωρίζουν ποιὰ ἀγαθὰ ἔχουν στερηθεῖ».
 Ὅλα αὐτὰ συνέβαιναν τὸν 4ο αἰώνα, συμβαίνουν καὶ σήμερα, γιατὶ δὲν ὑπάρχει στοὺς κληρικοὺς πρωτίστως καὶ στοὺς λαϊκοὺς δευτερευόντως ὁ «ζῆλος τῆς εὐσεβείας», λέει ὁ Μέγας Βασίλειος. κε´. Οἱ αἱρετικοὶ κατὰ τῆς Ἐκκλησίας Ἡ Ἐκκλησία συχνὰ ἀντιμετωπίζει διωγμούς. Ἄλλοτε ἐξωτερικούς, ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ θέλουν νὰ περιορίσουν τὴ δράση της καὶ ἂν εἶναι δυνατὸν νὰ τὴν ἐξαφανίσουν καὶ ἄλλοτε ἐσωτερικούς, ἀπὸ ἀνάξιους κληρικοὺς ποὺ θέλουν νὰ χτυπήσουν τοὺς παραδοσιακοὺς καὶ ἐνάρετους κληρικοὺς προκειμένου νὰ ἐπικρατήσουν οἱ ἴδιοι καὶ νὰ ἱκανοποιήσουν τὰ πάθη τους, δηλαδὴ τὴ φιλοδοξία, τὴ φιλαργυρία καὶ τὴ φιληδονία. Σὲ αὐτοὺς ἐντάσσονται καὶ οἱ κληρικοί, ποὺ ἔχουν αἱρετικὲς ἀπόψεις σὲ πολλὰ θέματα.
Ὁ Μ. Βασίλειος, ζώντας σὲ ἐποχή, ποὺ ὁ ἀρειανισμὸς ἔκανε θραύση, αἰσθανόταν βαθύτατο πόνο γιὰ τὰ ὅσα συνέβαιναν στὴν Ἐκκλησία. Ἔγραφε λοιπὸν πρὸς Ἰταλοὺς καὶ Γάλλους ἐπισκόπους: «Μᾶς κατέβαλε διωγμός, τιμιότατοι ἀδελφοὶ καὶ μάλιστα, ὁ βαρύτατος διωγμός, διότι διώκονται οἱ ποιμένες, γιὰ νὰ διασκορπιστοῦν τὰ ποίμνια. Καὶ τὸ βαρύτερο εἶναι ὅτι οὔτε οἱ κακουχούμενοι δέχονται τὰ πάθη μὲ τὴ βεβαιότητα τοῦ μαρτυρίου οὔτε οἱ πληθυσμοὶ ὑπολήπτονται τοὺς ἀθλητὲς σὰν νὰ ἀνήκουν στὴν τάξη τῶν Μαρτύρων, διότι αὐτοὶ ποὺ κάνουν τὸ διωγμὸ εἶναι περιβεβλημένοι μὲ τὸ ὄνομα τῶν χριστιανῶν.
Ἕνα εἶναι τώρα τὸ ἔγκλημα, ποὺ τιμωρεῖται σκληρά, ἡ ἀκριβὴς τήρηση τῶν πατερικῶν παραδόσεων. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ οἱ εὐσεβεῖς ἐξορίζονται ἀπὸ τὴν Πατρίδα τους καὶ μεταφέρονται στὶς ἐρημιές. Στοὺς κριτὲς δὲν εἶναι σεβαστὰ οὔτε τὰ ἄσπρα μαλλιὰ οὔτε ἡ ἄσκηση τῆς εὐσέβειας οὔτε ὁ βίος, ποὺ διανύθηκε ἀπὸ τὴ νεότητα μέχρι τὰ γεράματα σύμφωνα μὲ τὸ Εὐαγγέλιο. Ἐνῶ δὲ κανένας κακοῦργος δὲν καταδικάζεται χωρὶς μαρτυρίες, ἐπίσκοποι ἔχουν συλληφθεῖ μὲ βάση μόνο τὴ συκοφαντία καὶ χωρὶς καμιὰ ἀπόδειξη γιὰ τὶς κατηγορίες παραδίνονται σὲ τιμωρία. Μερικοὶ δὲ οὔτε γνώρισαν κατηγόρους οὔτε δικαστήρια οὔτε συκοφαντήθηκαν, ἀλλὰ τοὺς ἅρπαξαν βίαια ἀργὰ τὴ νύχτα, τοὺς ἔστειλαν στὴν ἐξορία καὶ πέθαναν ἀπὸ τὶς κακουχίες τῆς ἐρημιᾶς».

Πρεσβ. Διονύσιος Τάτσης

 Ὀρθόδοξος Τύπος ἀρ. φύλ. 2009 7 Φεβρουαρίου 2014

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου